- ταυροδιδαξία
- ταυρο-δῐδαξία, ἡ,A training of (performing) bulls, Milet.1(7).205a (ii A.D.).
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ταυροδιδαξία — ἡ, Α εκγύμναση ταύρων. [ΕΤΥΜΟΛ. < ταῦρος + διδάσκω (πρβλ. μέλλ. διδάξω) + κατάλ. ία] … Dictionary of Greek